+30 2610 275198
·
info@svavaroutas.gr
·
Δευτ. - Παρ. 09:00-15:00 & 18:00-21:00

Τι συμβαίνει όταν η μητέρα αποκλείει το ανήλικο τέκνο της, από την επικοινωνία με την ετεροθαλή ενήλικη αδελφή του

Σύμφωνα με το άρθρο 1520 παρ. 1 ΑΚ ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο διατηρεί δικαίωμα επικοινωνίας με αυτό. Κατά τη δεύτερη δε παράγραφο του ίδιου άρθρου οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους απώτερους ανιόντες του, εκτός αν υπάρχει σοβαρός λόγος. Η τελευταία αυτή παράγραφος αποτελεί εξ ολοκλήρου νέα διάταξη που προστέθηκε για πρώτη φορά στις σχετικές ρυθμίσεις με το άρθρο 17 του νόμου 1329/1983 και όχι τροποποίηση παλαιότερης, όπως η πρώτη παράγραφος (που υποκατέστησε το παλαιό άρθρο 1504 ΑΚ).

Το δικαίωμα επικοινωνίας των απώτερων ανιόντων με το παιδί, που καθιερώθηκε με τη δεύτερη παράγραφο, είναι αυτοτελές και ανεξάρτητο από το δικαίωμα επικοινωνίας των γονέων (βλ ΑΠ 22/96 ΝοΒ 1998. 205 EA 4339/1993 ΕλλΔνη 35.441, Κουνουγέρη – Μανωλεδά­κη Οικογενειακό Δίκαιο έκδ, 2003, σελ, 301). Σκοπός της διατάξεως είναι να διατηρηθεί ζωντανός ο δεσμός του παιδιού με τους απώτερους ανιόντες – τον (βλ. και Εθεσ 1506/1980 Αρμ 43.537) με γνώμονα το συμφέρον του (πρβλ ως προς αυτό το κατ’ αρχήν κριτήριο σε κάθε περίπτωση επικοινωνίας βλ. και Εθεσ 1324/2001 ʼρμ 2003. 1442). Επί διαζυγίου των γονέων είναι βέβαια σύνηθες ο απώτερος ανιών να επικοινωνεί με το ανήλικο παιδί <μέσω> του δικαιώματος επικοινωνίας του γονέα, με συνέπεια να μην είναι αναγκαίο να προσφύγει στο δικαστήριο για να τη διασφαλίσει. Σε περίπτωση όμως απουσίας ή και θανάτου τον ενός γονέως η επικοινωνία με τους απώτερους ανιόντες της γραμμής του θα μπορούσε να καταστεί αδύνατη εάν δε γινόταν δεκτό σχετικό ιδιαίτερο δικαίωμα τους (βλ. Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη ό.π. και Δικαίωμα Επικοινωνίας Αρμ 1988. 1097 επ).

   Δια μέσου του δικαιώματος της επικοινωνίας οι απώτεροι ανιόντες και τα παιδία μπορούν να εκφράσουν την αγάπη φροντίδα, ενδιαφέρον και στοργή μεταξύ τους. Αυτή η έκφραση συντελεί στην ψυχική ολοκλήρωση των παιδιών και στην ισορροπία αμφοτέρων των πλευρών (πρβλ και ΜΠρΘεσ 7466/2005 και  ΜΠρΚαβ 10/1994 Αρμ 1994, 432). Για την ψυχική ολοκλήρωση των παιδιών ειδικότερα πρωταρχική σημασία έχει η συμβίωση και οι δύο γονείς. Για την πολύπλευρη ανάπτυξή τους όμως αναγκαία είναι, εκτός εάν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για το αντίθετο, και η επικοινωνία τους με το στενότερο συγγενικό περιβάλλον τους, ιδιαίτερα δε με τους στενούς εξ αίματος συγγενείς τους, πέραν των γονέων τους. Αυτή προσφέρει δυνατότητα καλλιέργειας και έκφρασης των παραπάνω συναισθημάτων από διαφορετικές θέσεις, με διαφορετική ένταση και διαφορετικές αποχρώσεις. Διασφαλίζει ακόμη, όσον αφορά τη διανοητική τους ανάπτυξη, τη μετάδοση εμπειρικών ή και γενικότερων γνώσεων από περισσότερες κατευθύνσεις με φυσικότερο τρόπο και σε προγενέστερο στάδιο από αυτό, που προσφέρει η συστηματική σχολική εκπαίδευση

   Οι ίδιοι λόγοι επιβάλλουν να παρέχεται η δυνατότητα επικοινωνίας και μεταξύ αδελφών, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον είναι ανήλικος, όταν για ειδικούς λόγους ζουν χωριστά και η ανάγκη επικοινωνία τους δεν είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί <μέσω> της επικοινωνίας τον ανήλικου με τον άλλο γονέα που δε διαμένει μαζί του. Αυτές οι περιπτώσεις ήταν στο παρελθόν τόσο σπάνιες που δεν είχαν απασχολήσει τη νομολογία, όπως την απασχόλησε η επικοινωνία με τους απώτερους ανιόντες (βλ. και την παλαιότερη των τροποποιήσεων του οικογενειακού δικαίου ΟλΑΠ 1179/1978 ΝοΒ 1979. 911, η οποία είχε κατά πλειοψηφία δεχθεί πως δεν υπήρχε μεν δικαίωμα τους για επικοινωνία, αλλά η άρνηση του γονέα να την επιτρέψει ήταν δυνατό να θεμελιώσει καταχρηστική άσκηση των δικών του δικαιωμάτων}. Εύλογα συνεπώς ο νομοθέτης δεν τις συμπεριέλαβε ρητά στις ρυθμίσεις του άρθρου 1520 ΑΚ. Το πρόβλημα όμως της έλλειψης συγκεκριμένης ρύθμισης μπορεί να εμφανισθεί λόγω της αύξησης του αριθμού των διαζυγίων κατά τις τελευταίες δεκαετίες σε συνδυασμό με τη συχνότερη τέλεση νέων γάμων μετά τη λύση των παλαιών και τη δημιουργία άλλων οικογενειών. Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω πρέπει η παράγραφος 2 του άρθρου 1520 ΑΚ να τύχει ανάλογης εφαρμογής και όσον αφορά την επικοινωνία μεταξύ αδελφών, αμφιθαλών ή ετεροθαλών, όταν συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις. Με βάση τη διάταξη αυτή αναγνωρίζεται δικαίωμα επικοινωνίας στους πάππους και τις γιαγιάδες, που συνδέονται με συγγένεια αίματος δευτέρου βαθμού με το παιδί. Επειδή δε η διατύπωση της διάταξης είναι γενική και αναφέρεται στους απώτερους ανιόντες γενικά χωρίς οποιαδήποτε διάκριση, το ίδιο δικαίωμα παρέχεται ακόμη και στους πρόπαππους και προγιαγιάδες εάν αυτοί είναι εv ζωή, παρόλο που είναι συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού με αυτά. Μετά απ’ αυτά θα ήταν ανακόλουθο να θεωρηθεί ότι το δικαίωμα αυτό αποκλείεται για τους αδελφούς που είναι συγγενείς εξ αίματος δευτέρου βαθμού με το ανήλικο, ενόψει του ότι η συγγένεια εξ αίματος σε ευθεία, ή σε πλάγια γραμμή, η οποία αποτελεί κατ’ άρθρο 1463 ΑΚ την ειδοποιό διαφορά μεταξύ αυτών και των απώτερων ανιόντων, δε φαίνεται να αρκεί για να θεμελιώσει διαφορετική με μεταχείριση στηριζόμενη σε οποιαδήποτε εύλογη αιτία. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως και το ΕΔΑΔ αναγνωρίζει παγίως με τις αποφάσεις του αυτοτελές δικαίωμα επικοινωνίας μεταξύ των αδελφών, προστατευόμενο από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Για παράδειγμα, στην υπόθεση Olsson Vs Sweden (ap.no.10465/83) το Δικαστήριο αναγνώρισε δικαίωμα επικοινωνίας μεταξύ τριών αδελφών, οι οποίοι είχαν ανατεθεί στην φροντίδα τριών διαφορετικών ανάδοχων οικογενειών, που ζούσαν σε τρεις διαφορετικές πόλεις, προκειμένου να καταστεί στο εγγύς μέλλον δυνατή η επανένωση της οικογένειάς τους.

    Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πάτρας με την υπ’ αριθμ. 347/2022 απόφασή του έκανε δεκτά τα ανωτέρω και αναγνώρισε το δικαίωμα επικοινωνίας στην ενήλικη αδελφή (23 ετών) με τον ανήλικο ετεροθαλή αδελφό της  11 ετών, η μητέρα του οποίου δεν της επέτρεπε να έχει καμία επαφή (Πληρεξούσιος Δικηγόρος αιτούσας, Σωτήρης Βαβαρούτας).

Σχετικά Άρθρα